Toucheren στα ελληνικά
Μετάφραση: toucheren, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αποκτώ, έχω, λαμβάνω, έχε, παραλαμβάνω, προσγειώνομαι, προσγειώνεται, αγγίξει κάτω, να προσγειωθεί, προσγειωθεί
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- bedrieglijk στα ελληνικά - ψεύτικος, δόλιος, απατηλός, παραπλανητικός, ψευδής, αναληθής, λάθος, ...
- provinciaal στα ελληνικά - επαρχιακός, επαρχιακή, επαρχιακό, επαρχιακές, επαρχιακής
- rechtvaardiging στα ελληνικά - τεκμηρίωση, αιτιολογία, δικαιολογία, αιτιολόγηση, Αιτιολόγηση Η, Αιτιολόγηση Οι, δικαιολόγηση
- spoorstaaf στα ελληνικά - σιδηροδρομικές, σιδηροδρομικών, σιδηροδρομικού, σιδηροδρομικής, των σιδηροδρομικών
Τυχαίες λέξεις
Toucheren στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αποκτώ, έχω, λαμβάνω, έχε, παραλαμβάνω, προσγειώνομαι, προσγειώνεται, αγγίξει κάτω, να προσγειωθεί, προσγειωθεί
Μεταφράσεις: αποκτώ, έχω, λαμβάνω, έχε, παραλαμβάνω, προσγειώνομαι, προσγειώνεται, αγγίξει κάτω, να προσγειωθεί, προσγειωθεί