Translaat στα ελληνικά
Μετάφραση: translaat, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μετάφραση, trans, τρανς, διευρωπαϊκά
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- aannemer στα ελληνικά - κτίστης, χτίστης, οικοδόμος, εργολάβος, ανάδοχος, ανάδοχο, αναδόχου, ...
- conservatief στα ελληνικά - συντηρητικός, συντηρητική, συντηρητικές, συντηρητικό, συντηρητικών
- kuis στα ελληνικά - αγνός, ήπειρος, απέριττος, αγνή, αγνοί, chaste
- onderstrepen στα ελληνικά - υπογραμμίζω, υπογραμμίζουν, υπογραμμίσω, υπογραμμίσει, υπογραμμιστεί
Τυχαίες λέξεις
Translaat στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μετάφραση, trans, τρανς, διευρωπαϊκά
Μεταφράσεις: μετάφραση, trans, τρανς, διευρωπαϊκά