Verheffen στα ελληνικά
Μετάφραση: verheffen, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
υψώνω, αύξηση, πισινός, ανυψώνω, ασανσέρ, αναστηλώνω, σηκώνω, αυξάνω, ανατρέφω, εξυψώ, εκθειάζω, Exalt, εξυψώνουν, εξυψώνω
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- beschamen στα ελληνικά - πτοώ, μπερδεύω, κατατροπώνω, συγχύζω, ταράσσω, συγχύσει
- museum στα ελληνικά - μουσείο, Μουσείου, Museum, μουσείων, το μουσείο
- plaatselijk στα ελληνικά - τοπικός, σε τοπικό επίπεδο, τοπικά, τοπικό επίπεδο, τοπικό, τοπική
- theater στα ελληνικά - οίκος, θέατρο, θεάτρου, το θέατρο, του θεάτρου, θεατρικές
Τυχαίες λέξεις
Verheffen στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: υψώνω, αύξηση, πισινός, ανυψώνω, ασανσέρ, αναστηλώνω, σηκώνω, αυξάνω, ανατρέφω, εξυψώ, εκθειάζω, Exalt, εξυψώνουν, εξυψώνω
Μεταφράσεις: υψώνω, αύξηση, πισινός, ανυψώνω, ασανσέρ, αναστηλώνω, σηκώνω, αυξάνω, ανατρέφω, εξυψώ, εκθειάζω, Exalt, εξυψώνουν, εξυψώνω