Vlek στα ελληνικά
Μετάφραση: vlek, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κηλίδα, μουτζούρα, μουτζουρώνω, εντοπίζω, σπυρί, αμαυρώνω, λεκιάζω, μέρος, βούλα, λεκές, λεκέ, λεκέδων, χρώση
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- lef στα ελληνικά - πρόσωπο, θρασύτητα, μάγουλο, γενναιότητα, κύρος, θάρρος, αναίδεια, ...
- natuurkunde στα ελληνικά - φυσική, Φυσικής, της φυσικής, τη φυσική, Physics
- smeken στα ελληνικά - να, για να, σε, για, με
- statuur στα ελληνικά - ύψος, ανάστημα, αναστήματος, κύρος, το ανάστημα, κύρους
Τυχαίες λέξεις
Vlek στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κηλίδα, μουτζούρα, μουτζουρώνω, εντοπίζω, σπυρί, αμαυρώνω, λεκιάζω, μέρος, βούλα, λεκές, λεκέ, λεκέδων, χρώση
Μεταφράσεις: κηλίδα, μουτζούρα, μουτζουρώνω, εντοπίζω, σπυρί, αμαυρώνω, λεκιάζω, μέρος, βούλα, λεκές, λεκέ, λεκέδων, χρώση