Λεκιάζω στα ολλανδικά

Μετάφραση: λεκιάζω, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
vlek, bekladden, smet, bezoedelen, smetten, vlekken, beits, kleuring
Λεκιάζω στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: λεκιάζω

λεκιάζω λεξικό γλώσσας ολλανδικά, λεκιάζω στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • λειψανοθήκη στα ολλανδικά - relikwieënkastje, reliquiarium, reliekschrijn, relikwieënschrijn, reliekhouder
  • λεκάνη στα ολλανδικά - vont, kom, bekken, stroomgebied, wastafel, bassin, basin
  • λεμονάδα στα ολλανδικά - limonade, lemonade, van limonade, citroenlimonade
  • λεμφικός στα ολλανδικά - lymfoïde, lymfatische, lymfe, lymfoide, lymfoïd
Τυχαίες λέξεις
Λεκιάζω στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: vlek, bekladden, smet, bezoedelen, smetten, vlekken, beits, kleuring