Weer στα ελληνικά
Μετάφραση: weer, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
άμυνα, καιρός, συνηγορία, καιρού, καιρό, καιρικές συνθήκες, καιρικές
Μεταφράσεις
- poëtisch στα ελληνικά - ποιητικός, ποιητική, ποιητικό, ποιητικές, ποιητικής
- procent στα ελληνικά - τοις εκατό
- schouw στα ελληνικά - εξέταση, ανασκόπηση, επιθεώρηση, αναθεωρώ, διεργασία, ανασκοπώ, φεριμπότ, ...
- tegenover στα ελληνικά - εναντίον, κατά, απέναντι, αντίθετο, απέναντι από, αντίθετη, αντίθετες
Τυχαίες λέξεις
Weer στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: άμυνα, καιρός, συνηγορία, καιρού, καιρό, καιρικές συνθήκες, καιρικές
Μεταφράσεις: άμυνα, καιρός, συνηγορία, καιρού, καιρό, καιρικές συνθήκες, καιρικές