Wenselijk στα ελληνικά
Μετάφραση: wenselijk, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
επιθυμητός, επιθυμητό, επιθυμητή, επιθυμητές, επιθυμητά
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- evenaar στα ελληνικά - ισημερινός, ισημερινό, ισημερινού, τον ισημερινό
- grenzeloos στα ελληνικά - απεριόριστος, απέραντος, απεριόριστη, απέραντη, απέραντο
- middellijn στα ελληνικά - διάμετρος, διάμετρο, διαμέτρου, με διάμετρο
- plaatsvervanger στα ελληνικά - εναλλάσσω, αναπληρωτής, αναπληρωτή, ο αναπληρωτής, αντιπρόεδρος, αναπληρωτών
Τυχαίες λέξεις
Wenselijk στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: επιθυμητός, επιθυμητό, επιθυμητή, επιθυμητές, επιθυμητά
Μεταφράσεις: επιθυμητός, επιθυμητό, επιθυμητή, επιθυμητές, επιθυμητά