Werkkring στα ελληνικά

Μετάφραση: werkkring, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
δεξίωση, ρόλος, λειτουργώ, σκοπός, χρησιμοποιώ, χρήση, θώκος, λειτουργία, δοκάρι, σταθμός, ταχυδρομώ, γραφείο, πόστο, Office, γραφείου, γραφείων, τελωνείο
Werkkring στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • levensbeschrijver στα ελληνικά - βιογράφος, βιογράφο, ο βιογράφος, βιογράφος του, το βιογράφο
  • opjagen στα ελληνικά - κυνηγώ, φύγε, αποδιώκω, shoo, φαβορί, πήγαινε
  • peer στα ελληνικά - αχλάδι, απίδι, γλόμπος, βολβός, αχλαδιού, αχλαδιών, αχλάδια, ...
  • stipt στα ελληνικά - συγκεκριμένος, ακριβολόγος, στενός, ακριβής, σφιχτός, συνεπής, έγκαιρη, ...
Τυχαίες λέξεις
Werkkring στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: δεξίωση, ρόλος, λειτουργώ, σκοπός, χρησιμοποιώ, χρήση, θώκος, λειτουργία, δοκάρι, σταθμός, ταχυδρομώ, γραφείο, πόστο, Office, γραφείου, γραφείων, τελωνείο