Zachtheid στα ελληνικά
Μετάφραση: zachtheid, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
γλυκύτητα, καραμέλα, γλυκός, απαλότητα, απαλότητας, μαλακότητα, μαλακότητας, την απαλότητα
Μεταφράσεις
- benutten στα ελληνικά - χρήση, εφαρμόζω, βάζω, χρησιμοποιώ, αιτούμαι, χρήσης, τη χρήση, ...
- geluidloos στα ελληνικά - ακίνητος, ήρεμος, σιωπηλός, γαλήνιος, αθόρυβος, άηχος, soundless, ...
- sigaret στα ελληνικά - αδελφή, τσιγάρο, κουτουλώ, τσιγάρων, τσιγάρου, των τσιγάρων, του τσιγάρου
- subsidiair στα ελληνικά - εναλλακτική λύση, εναλλακτικός, εναλλακτική, εναλλακτικές, εναλλακτικών
Τυχαίες λέξεις
Zachtheid στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: γλυκύτητα, καραμέλα, γλυκός, απαλότητα, απαλότητας, μαλακότητα, μαλακότητας, την απαλότητα
Μεταφράσεις: γλυκύτητα, καραμέλα, γλυκός, απαλότητα, απαλότητας, μαλακότητα, μαλακότητας, την απαλότητα