Árboctalapzat στα ελληνικά
Μετάφραση: árboctalapzat, Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουγγρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
στεγαστικός, στέγαση
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- aszfalt στα ελληνικά - άσφαλτος, άσφαλτο, ασφάλτου, ασφαλτοστρωμένο, ασφαλτική
- elszenesedés στα ελληνικά - ανθράκωση, ανθρακοποίηση, απανθράκωση, οπτανθρακοποίηση, απανθράκωσης
- evolúciós στα ελληνικά - εξελικτικός, εξελικτική, εξελικτικής, εξελικτικό, εξελικτικές, εξελικτικά
- hulla στα ελληνικά - ψοφίμι, κουφάρι, πτώμα, το πτώμα, πτώματος, πτώμα του, νεκρού
Τυχαίες λέξεις
Árboctalapzat στα ελληνικά - Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: στεγαστικός, στέγαση
Μεταφράσεις: στεγαστικός, στέγαση