Élénkség στα ελληνικά

Μετάφραση: élénkség, Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουγγρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
συντρίβω, ραντίζω, τρέχω, εμψύχωση, animation, Κινούμενα Σχέδια, κινουμένων σχεδίων, κινούμενη εικόνα
Élénkség στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • hüvelykujj στα ελληνικά - αντίχειρας, αντίχειρα, τον αντίχειρα, αντίχειρά, τον αντίχειρά
  • isteni στα ελληνικά - θείος, θεϊκός, θεία, θεϊκή, θείας
  • lefolyás στα ελληνικά - διενέργεια, ενέργεια, απορροή, απορροής, η απορροή, την απορροή, απορροών
  • nagyobb στα ελληνικά - ταγματάρχης, σημαντικός, περισσότερο, πιο, περισσότερα, περισσότερες, περισσότερους
Τυχαίες λέξεις
Élénkség στα ελληνικά - Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: συντρίβω, ραντίζω, τρέχω, εμψύχωση, animation, Κινούμενα Σχέδια, κινουμένων σχεδίων, κινούμενη εικόνα