Érdekellentét στα ελληνικά

Μετάφραση: érdekellentét, Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουγγρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αψιμαχία, αντιπαράθεση, προσκρούω, κλαγγή, σύγκρουση συμφερόντων, σύγκρουσης συμφερόντων, συγκρούσεως συμφερόντων, συγκρούσεις συμφερόντων, τη σύγκρουση συμφερόντων
Érdekellentét στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • barangoló στα ελληνικά - περιαγωγής, περιαγωγή, την περιαγωγή, της περιαγωγής, σε περιαγωγή
  • helyi στα ελληνικά - σπίτι, τοπικός, τοπικές, τοπικό, τοπικών, τοπική
  • kupac στα ελληνικά - σωρός, σωρό, σωρού, heap, σωρών
Τυχαίες λέξεις
Érdekellentét στα ελληνικά - Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αψιμαχία, αντιπαράθεση, προσκρούω, κλαγγή, σύγκρουση συμφερόντων, σύγκρουσης συμφερόντων, συγκρούσεως συμφερόντων, συγκρούσεις συμφερόντων, τη σύγκρουση συμφερόντων