Λέξη: κροκέ

Μεταφράσεις: κροκέ

κροκέ στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
croquet, a croquet, croquet lawn, croquet greens

κροκέ στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
juego de croquet, croquet, de croquet, al croquet, el croquet

κροκέ στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
krocket, Krocketspiel, krokett, Krocket, Croquet

κροκέ στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
croquet, de croquet, le croquet, au croquet, jeu de croquet

κροκέ στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
croquet, a croquet, da croquet, di croquet, il croquet

κροκέ στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
croquete, croquet, o croquet, críquete, de croquet

κροκέ στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
croquet, croquet spelen

κροκέ στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
крокировать, крокет, крокета, в крокет, для крокета

κροκέ στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
krokket, croquet, krokett

κροκέ στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
krocket, croquet

κροκέ στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
kroketti, krokettia, croquet, kroketin

κροκέ στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
kroket, croquet, kroketspil, crocket

κροκέ στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
kroket, Croquet, kroketový, kroketu, kroketové

κροκέ στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
krokiet, krokietować, croquet, krokieta, do krokieta, do krykieta

κροκέ στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
krokett, krokettjáték, croquet, krikett, krokettel

κροκέ στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
kroket, croquet, kriket, kroke

κροκέ στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
крокет

κροκέ στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
hokej mbi bar, croquet

κροκέ στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
крокет, крикет, топки за боулинг, за крокет

κροκέ στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
кракет, крокет

κροκέ στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
kroket, kroketi, kriketivahendid, kroketit, kroketipallid

κροκέ στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
kroket, kriket

κροκέ στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
croquet

κροκέ στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
kroketas, croquet, Krokietować, Krokets, kroketą

κροκέ στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
krokets, krikets

κροκέ στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
крокет, croquet

κροκέ στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
crochet, croquet, de crochet, crichet, cricket

κροκέ στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
kroket, kriket

κροκέ στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
kroket, krokiet, kriket, krokety
Τυχαίες λέξεις