Öntvény στα ελληνικά

Μετάφραση: öntvény, Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουγγρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πλάσιμο, ρίχνει, χυτό, ρίξει, χυτεύεται, ψήφων
Öntvény στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • bombasiker στα ελληνικά - νικητής, wow, Πω πω, Ουάου, καταπληκτική επιτυχία, εντυπωσιάσει
  • gravírozógép στα ελληνικά - χαρακτική, χαρακτικής, εγχάραξη, εγχάραξη με, χαρακτικό
  • hatás στα ελληνικά - αγωγή, δράση, επενέργεια, διάβημα, αποτέλεσμα, επίδραση, ισχύ, ...
  • jöttment στα ελληνικά - νεόπλουτος, τυχάρπαστο, νεόπλουτο, τυχάρπαστη, upstart
Τυχαίες λέξεις
Öntvény στα ελληνικά - Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πλάσιμο, ρίχνει, χυτό, ρίξει, χυτεύεται, ψήφων