Adag στα ελληνικά
Μετάφραση: adag, Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουγγρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
δοσολογία, δόση, δόσης, τη δόση, της δόσης, δόσεων
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- acélos στα ελληνικά - χαλύβδινος, σκληρός, ατσάλινη, ατσάλινο, ατσαλένια
- acélozott στα ελληνικά - ενανθρακωσης, περίπτωση ανθεκτικές, ανάχυτα σκληρυμένο, ανάχυτα σκληρυμένη, μια ανάχυτα σκληρυμένη
- adakozás στα ελληνικά - συνδρομή, γενναιοδωρία, γενναιοδωρίας
- adakozó στα ελληνικά - δότης, δωρητή, δωρητής, δότη, χορηγός
Τυχαίες λέξεις
Adag στα ελληνικά - Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: δοσολογία, δόση, δόσης, τη δόση, της δόσης, δόσεων
Μεταφράσεις: δοσολογία, δόση, δόσης, τη δόση, της δόσης, δόσεων