Δοσολογία στα ουγγρικά

Μετάφραση: δοσολογία, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
adag, adagolás, adagolási, dózis, dózist
Δοσολογία στα ουγγρικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: δοσολογία

δοσολογία soldesanil, δοσολογία aerius, δοσολογία augmentin, δοσολογία αρωμάτων atmos lab, δοσολογία sinecod, δοσολογία λεξικό γλώσσας ουγγρικά, δοσολογία στα ουγγρικά

Μεταφράσεις

  • δορυφόρος στα ουγγρικά - mellékbolygó, műhold, műholdas, műholdas-, a műholdas
  • δοσοληψία στα ουγγρικά - közlekedés, tranzakció, megkötés, ügylet, tranzakciós, ügyleti, tranzakciót
  • δουκάτο στα ουγγρικά - hercegség, Nagyhercegség, hercegségben, Nagyhercegséget, hercegséget
  • δουλεία στα ουγγρικά - fogság, Bondage, rabságból, szolgaság, rabságában
Τυχαίες λέξεις
Δοσολογία στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: adag, adagolás, adagolási, dózis, dózist