Alkalmazás στα ελληνικά
Μετάφραση: alkalmazás, Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουγγρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
διασκευή, προσαρμογή, εφαρμογή, αίτηση, εφαρμογής, αίτησης, την εφαρμογή
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- alkalmazottak στα ελληνικά - άνθρωπος, άνθρωποι, κόσμος, προσωπικό, προσωπικού, το προσωπικό, του προσωπικού, ...
- alkalmaztatás στα ελληνικά - στην απασχόληση, την απασχόληση, σε απασχόληση, με την απασχόληση, στην εργασία
- alkalmi στα ελληνικά - αδέσποτος, ανέμελος, περιστασιακή, περιστασιακά, απλό, περιστασιακό
- alkalom στα ελληνικά - γόμφος, ώρα, χρόνος, φορά, χρόνο, χρόνου
Τυχαίες λέξεις
Alkalmazás στα ελληνικά - Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: διασκευή, προσαρμογή, εφαρμογή, αίτηση, εφαρμογής, αίτησης, την εφαρμογή
Μεταφράσεις: διασκευή, προσαρμογή, εφαρμογή, αίτηση, εφαρμογής, αίτησης, την εφαρμογή