Aszfalt στα ελληνικά

Μετάφραση: aszfalt, Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουγγρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
άσφαλτος, άσφαλτο, ασφάλτου, ασφαλτοστρωμένο, ασφαλτική
Aszfalt στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • asszonyos στα ελληνικά - γυναικοπρεπής, γυναικείο
  • asszonánc στα ελληνικά - παρήχηση, συνήχηση, ομοιοφωνία, είναι ομόηχη, ομόηχη
  • aszimmetria στα ελληνικά - ασυμμετρία, ασυμμετρίας, η ασυμμετρία, την ασυμμετρία, της ασυμμετρίας
  • aszimmetrikus στα ελληνικά - ασύμμετρη, ασύμμετρες, ασύμμετρο, ασύμμετρα, ασύμμετρης
Τυχαίες λέξεις
Aszfalt στα ελληνικά - Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: άσφαλτος, άσφαλτο, ασφάλτου, ασφαλτοστρωμένο, ασφαλτική