Λέξη: ακράδαντα

Σχετικές λέξεις: ακράδαντα

πιστεύω ακράδαντα, ακράδαντα συνώνυμο

Μεταφράσεις: ακράδαντα

ακράδαντα στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
firmly, strongly, firmly believe, strongly believe

ακράδαντα στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
fuertemente, firmemente, fuerte, encarecidamente, muy

ακράδαντα στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
fest, stark, nachdrücklich, dringend, stärker, kräftig

ακράδαντα στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
solidement, sûrement, fortement, fermement, vigoureusement, absolument, résolument, fort, assurément, vivement, forte, très

ακράδαντα στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
fortemente, vivamente, forte, forza, con forza

ακράδαντα στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
firma, firmemente, firmar, fortemente, veementemente, vivamente, forte

ακράδαντα στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
stevig, pal, sterk, sterke, zeerste, ten zeerste, krachtig

ακράδαντα στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
крепко, накрепко, прочно, наглухо, твердо, сильно, настоятельно, решительно, строго

ακράδαντα στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
sterkt, sterk, sterkeste, det sterkeste, på det sterkeste

ακράδαντα στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
starkt, kraftigt, stark, starka, kraftfullt

ακράδαντα στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
lujaa, lujasti, kovasti, tiukasti, visusti, voimakkaasti, vahvasti, erittäin, painokkaasti, voimakkaammin

ακράδαντα στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
kraftigt, stærkt, kraftigste, det kraftigste, stærk

ακράδαντα στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
napevno, bezpečně, odhodlaně, silně, pevně, solidně, rozhodně, důrazně, výrazně, velmi

ακράδαντα στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
mocno, stanowczo, solidnie, pewnie, silnie, zdecydowanie, wysoce

ακράδαντα στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
erősen, határozottan, erőteljesen, nyomatékosan, erős

ακράδαντα στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
şiddetle, kuvvetle, güçlü, güçlü bir, kuvvetli

ακράδαντα στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
твердо, непохитно, сильно, дуже

ακράδαντα στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
fort, fuqishëm, fuqimisht, forcë, me forcë

ακράδαντα στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
силно, категорично, твърдо, настоятелно, решително

ακράδαντα στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
моцна, вельмі, дужа

ακράδαντα στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
kindlalt, tugevalt, kindlakäeliselt, tungivalt, jõuliselt, tugevasti

ακράδαντα στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
snažno, jako, čvrsto, izrazito, je snažno

ακράδαντα στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
fast, eindregið, mjög, sterklega, eindregið með, mikla

ακράδαντα στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
stipriai, tvirtai, labai, primygtinai, griežtai

ακράδαντα στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
stingri, spēcīgi, stipri, ļoti, cieši

ακράδαντα στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
силно, цврсто, силно го, силно ја, силно се

ακράδαντα στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
tare, puternic, ferm, tărie, cu tărie

ακράδαντα στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
močno, odločno, zelo, trdno, ostro

ακράδαντα στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
napevno, silne, silno, veľmi, výrazne, vysoko
Τυχαίες λέξεις