Büszke στα ελληνικά
Μετάφραση: büszke, Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουγγρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
περήφανος, καμαρωτός, υπερήφανος, υπερήφανοι, περήφανοι, υπερήφανοι για
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- bürokrata στα ελληνικά - γραφειοκρατία, γραφειοκράτης, γραφειοκράτη, γραφειοκράτες, γραφειοκρατών
- bürokratikus στα ελληνικά - γραφειοκρατικός, γραφειοκρατική, γραφειοκρατικές, γραφειοκρατικό, γραφειοκρατικών
- büszkeség στα ελληνικά - έπαρση, καμάρι, υπερηφάνεια, υπερηφάνειας, περηφάνια, την υπερηφάνεια
- bütykölés στα ελληνικά - φτιάχνω, hack, αμυχή, σιδηροπρίονο, μεράκι, την αμυχή
Τυχαίες λέξεις
Büszke στα ελληνικά - Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: περήφανος, καμαρωτός, υπερήφανος, υπερήφανοι, περήφανοι, υπερήφανοι για
Μεταφράσεις: περήφανος, καμαρωτός, υπερήφανος, υπερήφανοι, περήφανοι, υπερήφανοι για