Cölöp στα ελληνικά

Μετάφραση: cölöp, Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουγγρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ταχυδρομώ, δοκάρι, πόστο, σωρός, σωρό, σωρού, στοίβα, πέλος
Cölöp στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • címzett στα ελληνικά - παραλήπτης, αποδέκτης, Αποδέκτες, αποδέκτη, παραλήπτη
  • címzés στα ελληνικά - κατεύθυνση, Απευθυνόμενος, αντιμετώπιση, Η αντιμετώπιση, Διευθυνσιοδότηση, την αντιμετώπιση
  • cölöpfej-toldás στα ελληνικά - γρονθοκοπώ, σωρός, σωρό, σωρού, στοίβα, πέλος
  • cölöpgát στα ελληνικά - μόλος, αποβάθρα
Τυχαίες λέξεις
Cölöp στα ελληνικά - Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ταχυδρομώ, δοκάρι, πόστο, σωρός, σωρό, σωρού, στοίβα, πέλος