Csatló στα ελληνικά
Μετάφραση: csatló, Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουγγρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σταματώ, ανακόπτω, καρέ, αναχαιτίζω, συνδετικός, συνδετικού, του συνδετικού, συνδετικό, συνδετικών
Μεταφράσεις
- csatlakozópont στα ελληνικά - σημεία σύνδεσης, σημείων σύνδεσης, τα σημεία σύνδεσης, σημεία ανταπόκρισης, σημεία συνδέσεως
- csatlakozóvég στα ελληνικά - Υποδοχή, Σύνδεσμος, Connector, Συνδετήρας, Υποδοχή σύνδεσης
- csatlós στα ελληνικά - δορυφόρος, δορυφορική, δορυφορικά, δορυφορικής, δορυφόρου
- csatolás στα ελληνικά - σύνδεσμος, δεσμός, Σύνδεση, σύνδεσμο, Σχέση
Τυχαίες λέξεις
Csatló στα ελληνικά - Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σταματώ, ανακόπτω, καρέ, αναχαιτίζω, συνδετικός, συνδετικού, του συνδετικού, συνδετικό, συνδετικών
Μεταφράσεις: σταματώ, ανακόπτω, καρέ, αναχαιτίζω, συνδετικός, συνδετικού, του συνδετικού, συνδετικό, συνδετικών