Díj στα ελληνικά

Μετάφραση: díj, Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουγγρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πάσσαλος, αμοιβή, τέλη, τέλος, τέλους, χρέωση
Díj στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • dézsa στα ελληνικά - κάδος, μπάνιο, μπανιέρα, ντουζιέρα, μπανιέρας
  • dézsma στα ελληνικά - δέκατος, δέκατο, δεκάτη, δεκάτης, φόρο της δεκάτης, τη δεκάτη
  • díjazott στα ελληνικά - σιτίζω, ταΐζω, τροφοδοτώ, νικητές, οι νικητές, νικητών, τους νικητές, ...
  • díjazás στα ελληνικά - νοικιάζω, αμοιβή, αμοιβής, αποδοχών, αποδοχές, αμοιβές
Τυχαίες λέξεις
Díj στα ελληνικά - Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πάσσαλος, αμοιβή, τέλη, τέλος, τέλους, χρέωση