Dögunalom στα ελληνικά
Μετάφραση: dögunalom, Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουγγρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σέρνω, έλξη, σύρετε, drag, οπισθέλκουσας, αντίσταση
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- dög στα ελληνικά - ψοφίμι, carrion, κουρούνα, ψοφίμια, το carrion
- dögletes στα ελληνικά - σάπιος, άθλιος, σάπιου, σάπιες, σαπρά
- dögvész στα ελληνικά - λοιμός, λοιμό, επιδημία, λοιμού, θανατικόν
- dögvészes στα ελληνικά - λοιμικός, ολέθριος, καταστρεπτικών, λοιμωδών, λοιμώδης
Τυχαίες λέξεις
Dögunalom στα ελληνικά - Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σέρνω, έλξη, σύρετε, drag, οπισθέλκουσας, αντίσταση
Μεταφράσεις: σέρνω, έλξη, σύρετε, drag, οπισθέλκουσας, αντίσταση