Egyedáruság στα ελληνικά

Μετάφραση: egyedáruság, Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουγγρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μονοπώλιο
Egyedáruság στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • egybeépített στα ελληνικά - ακέραιος, ένα ενσωματωμένο, ενσωματωμένο, μια ενσωματωμένη, ενσωματωμένη, έναν ενσωματωμένο
  • egycentes στα ελληνικά - ένα σεντ, ένα λεπτό, ένα τοις, ενός σεντ, ενός λεπτού
  • egyedárusító στα ελληνικά - διανομέας, Unique Selling
  • egyedüli στα ελληνικά - μόνος, μοναχικός, μόνο, μόνον, μόλις, μόνη, μόνο για
Τυχαίες λέξεις
Egyedáruság στα ελληνικά - Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μονοπώλιο