Μονοπώλιο στα ουγγρικά

Μετάφραση: μονοπώλιο, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
monopólium, egyedáruság, monopóliumot, monopóliuma, monopóliumát, monopolhelyzetben
Μονοπώλιο στα ουγγρικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: μονοπώλιο

μονοπώλιο πετραλωνα, μονοπώλιο βικιπαιδεια, μονοπώλιο στον οπαπ, μονοπώλιο οπαπ, μονοπώλιο επε, μονοπώλιο λεξικό γλώσσας ουγγρικά, μονοπώλιο στα ουγγρικά

Μεταφράσεις

  • μονοπάτι στα ουγγρικά - kerékpárút, ágyútalp, hernyótalp, pálya, keréktávolság, útvonal, menetvonal, ...
  • μονοπάτια στα ουγγρικά - ösvény, gyalogjáró, nyomvonalak, nyomvobal, pályák, Nyomvonal, ösvények
  • μοντέλο στα ουγγρικά - modell, modellt, modell szerint, modellje, modellben
  • μοντέρνος στα ουγγρικά - mai, modern, a modern, korszerű
Τυχαίες λέξεις
Μονοπώλιο στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: monopólium, egyedáruság, monopóliumot, monopóliuma, monopóliumát, monopolhelyzetben