Elterjedt στα ελληνικά

Μετάφραση: elterjedt, Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουγγρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μπόλικος, ρεύμα, τρέχων, τρέχουσα, τρέχουσες, τρέχουσας
Elterjedt στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • eltaszítás στα ελληνικά - απάρνηση, αποκήρυξη, άρνηση, άρνηση αναγνώρισης, η καταγγελία, στην καταγγελία
  • elterelés στα ελληνικά - παρεκτροπή, παρέκβαση, εκτροπή, εκτροπής, της εκτροπής, εκτροπής του, η εκτροπή
  • elterjedtség στα ελληνικά - διείσδυση, διείσδυσης, τη διείσδυση, η διείσδυση, της διείσδυσης
  • elterjedés στα ελληνικά - διάδοση, εξάπλωση, εξάπλωσης, διάδοσης, εξάπλωσής
Τυχαίες λέξεις
Elterjedt στα ελληνικά - Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μπόλικος, ρεύμα, τρέχων, τρέχουσα, τρέχουσες, τρέχουσας