Eredmény στα ελληνικά
Μετάφραση: eredmény, Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουγγρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
θέμα, τεύχος, αποτέλεσμα, λόγω, συνέπεια, αποτελέσματα, αποτελέσματος
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- eredet στα ελληνικά - προέλευση, καταγωγή, προέλευσης, καταγωγής, προελεύσεως
- eredetiség στα ελληνικά - πρωτοτυπία, πρωτοτυπίας, την πρωτοτυπία, η πρωτοτυπία, αυθεντικότητα
- eredményes στα ελληνικά - καρποφόρος, γόνιμος, παραγωγικός, επιτυχής, επιτυχή, επιτυχημένη, επιτυχείς, ...
- eredményesség στα ελληνικά - αποτελεσματικότητα, αποδοτικότητα, απόδοσης, αποτελεσματικότητας, αποδοτικότητας
Τυχαίες λέξεις
Eredmény στα ελληνικά - Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: θέμα, τεύχος, αποτέλεσμα, λόγω, συνέπεια, αποτελέσματα, αποτελέσματος
Μεταφράσεις: θέμα, τεύχος, αποτέλεσμα, λόγω, συνέπεια, αποτελέσματα, αποτελέσματος