Funkció στα ελληνικά

Μετάφραση: funkció, Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουγγρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
δεξίωση, λειτουργώ, λειτουργία, λειτουργίας, συνάρτηση, τη λειτουργία, η λειτουργία
Funkció στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • fullánk στα ελληνικά - κεντρί, τσιμπώ, κεντρίζω, τσίμπημα, τσιμπήματος, τσούξιμο, το τσίμπημα
  • funkcionális στα ελληνικά - λειτουργικός, λειτουργική, λειτουργικό, λειτουργικές, λειτουργικά
  • fura στα ελληνικά - άστατος, ιδιότροπος, αλλόκοτος, περίεργο, παράξενο, Weird, περίεργα
  • furcsa στα ελληνικά - κωμικός, αστείος, περίεργος, παράξενος, παράξενη, παράξενο, περίεργο, ...
Τυχαίες λέξεις
Funkció στα ελληνικά - Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: δεξίωση, λειτουργώ, λειτουργία, λειτουργίας, συνάρτηση, τη λειτουργία, η λειτουργία