Helyiség στα ελληνικά

Μετάφραση: helyiség, Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουγγρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κοινός, άρθρωση, κοψίδι, γόμφος, κτίριο, κατάστημα, εγκαταστάσεις, χώρους, χώρων
Helyiség στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • helyi στα ελληνικά - σπίτι, τοπικός, τοπικές, τοπικό, τοπικών, τοπική
  • helyileg στα ελληνικά - τοπικά, σε τοπικό επίπεδο, τοπικό επίπεδο, τοπικό, τοπική
  • helyjegyváltás στα ελληνικά - επιφύλαξη, κράτηση, ιστοσελίδα, χώρο, το site, θέση, τοποθεσία
  • helylemondás στα ελληνικά - ακύρωση, τόπος, τόπο, Θέση, θέση του, θέση της
Τυχαίες λέξεις
Helyiség στα ελληνικά - Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κοινός, άρθρωση, κοψίδι, γόμφος, κτίριο, κατάστημα, εγκαταστάσεις, χώρους, χώρων