Kísérleti στα ελληνικά

Μετάφραση: kísérleti, Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουγγρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πιλότος, πιλοτάρω, πειραματικός, πειραματική, πειραματικές, πειραματικά, πειραματικό
Kísérleti στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • kínálat στα ελληνικά - παροχή, προμήθεια, παρέχω, χορήγηση, εφοδιασμού, προσφοράς, προμήθειας
  • kíséret στα ελληνικά - συνοδεία, συνοδός, συνοδείας, συνοδό, συνοδών
  • kísértet στα ελληνικά - φάντασμα, φαντασμάτων, φαντάσματα, ghost
  • kísérteti στα ελληνικά - φασματικός, φασματική, φασματικής, φασματικά, φασματικές
Τυχαίες λέξεις
Kísérleti στα ελληνικά - Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πιλότος, πιλοτάρω, πειραματικός, πειραματική, πειραματικές, πειραματικά, πειραματικό