Könyökidom στα ελληνικά
Μετάφραση: könyökidom, Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουγγρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αγκώνας, Elbow, Αγκώνας, αγκώνα, τον αγκώνα, του αγκώνα
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- könyvvizsgáló στα ελληνικά - ελεγκτής, ελεγκτή, ελεγκτών, ελεγκτές
- könyök στα ελληνικά - αγκώνα, τον αγκώνα, του αγκώνα, αγκώνας, αγκώνων
- könyörgés στα ελληνικά - ικεσία, προσευχή, προσευχής, την προσευχή, η προσευχή, της προσευχής
- könyörtelen στα ελληνικά - αδίστακτος, ανηλεής, αδίστακτη, αδίστακτο, ανελέητη
Τυχαίες λέξεις
Könyökidom στα ελληνικά - Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αγκώνας, Elbow, Αγκώνας, αγκώνα, τον αγκώνα, του αγκώνα
Μεταφράσεις: αγκώνας, Elbow, Αγκώνας, αγκώνα, τον αγκώνα, του αγκώνα