Λέξη: πρόκληση
Σχετικές λέξεις: πρόκληση
πρόκληση 1971, πρόκληση περιόδου, πρόκληση αποβολής, πρόκληση γαλουχίας, πρόκληση συνώνυμο, πρόκληση στα αγγλικά, πρόκληση εμετού, πρόκληση τοκετού, προκληση ωορρηξίας, πρόκληση αντ1
Συνώνυμα: πρόκληση
περιφρόνηση, αψήφηση, κλήση σκοπού, προβοκάτσια
Μεταφράσεις: πρόκληση
πρόκληση στα αγγλικά
Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
challenge, provocation, a challenge, causing, challenging
πρόκληση στα ισπανικά
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
reto, retar, desafiar, desafío, entrada, problema, desafío de
πρόκληση στα γερμανικά
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
herausfordern, kampfansage, herausforderung, Herausforderung, Foulspiel, Foul, Herausforderungen
πρόκληση στα γαλλικά
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
bravade, récuser, provocation, disputer, sommation, défier, provoquer, défi, enjeu, challenge, problème, défis
πρόκληση στα ιταλικά
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
disfida, sfidare, sfida, fallo, sfide, problema
πρόκληση στα πορτογαλικά
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
desafiar, arrostar, desafio, desafios, desafio de, provocação
πρόκληση στα ολλανδικά
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
uitdaging, uittarten, uitdagen, tarten, trotseren, uitlokken, challenge, uitdagingen, probleem, uitdaging aan
πρόκληση στα ρωσικά
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
отрицать, сомнение, оклик, сомневаться, вызов, требовать, окликать, оспаривать, задача, проблемой, проблема, задачей
πρόκληση στα νορβηγικά
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
utfordring, utfordringen, felling, utfordringer
πρόκληση στα σουηδικά
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
utmana, utfordra, utmaning, utmaningen, utmaningar
πρόκληση στα φινλανδικά
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
haaste, haasteena, haasteeseen, haasteen, taklauksesta
πρόκληση στα δανικά
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
udfordre, udfordring, udfordringen, tackling, udfordringer
πρόκληση στα τσεχικά
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
vyzývat, vyzvání, vyzvat, výzva, výzvou, úkolem, výzvu, problém
πρόκληση στα πολωνικά
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
wyżywać, zaskarżanie, wyzywać, wyzwanie, zaskarżenie, kwestionowanie, wyzwaniem, wyzwania
πρόκληση στα ουγγρικά
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
kihívás, kihívást, kihívást jelent, kihívásnak, kihívással
πρόκληση στα τούρκικα
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
meydan okuma, sorun, zorluk, meydan, challenge
πρόκληση στα ουκρανικά
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
виклик, відвід, дзвінок
πρόκληση στα αλβανικά
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
sfidë, Sfida, sfidë e, Sfida e, sfide
πρόκληση στα βουλγαρικά
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
предизвикателство, влизане, намеса, предизвикателството
πρόκληση στα λευκορωσικά
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
выклік, выклік Ці, вызаў
πρόκληση στα εσθονικά
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
nõudma, vaidlustamine, väljakutse, väljakutseks, väljakutset, ülesanne, probleem
πρόκληση στα κροατικά
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
izazvati, pobijanje, osporava, izazivati, izazov, je izazov, izazov s
πρόκληση στα ισλανδικά
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
áskorun, Challenge, Áskorunin, viðfangsefni, verkefni
πρόκληση στα λιθουανικά
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
iššūkis, uždavinys, problema, iššūkiu
πρόκληση στα λετονικά
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
izaicinājums, uzdevums, problēma, problēmas
πρόκληση στα σλαβομακεδονικά
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
предизвикот, предизвик, предизвици
πρόκληση στα ρουμανικά
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
provocare, intrări, provocări, provocarea, problemă
πρόκληση στα σλοβενικά
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
izziv, izzivov
πρόκληση στα σλοβακικά
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
výzva, výzvy, výzvu, výzve, výzvou