Kiköltés στα ελληνικά

Μετάφραση: kiköltés, Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουγγρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
επώαση
Kiköltés στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • kikészítetlen στα ελληνικά - ωμός
  • kikészített στα ελληνικά - ντυμένος, ντυμένοι, δέψη
  • kikötés στα ελληνικά - ρήτρα, ρήτρας, ρήτρα που, ρήτρα περί, τη ρήτρα
  • kiközösítés στα ελληνικά - αφορισμός, αφορισμό, αφορισμού, excommunication, τον αφορισμό
Τυχαίες λέξεις
Kiköltés στα ελληνικά - Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: επώαση