Kitöltetlen στα ελληνικά
Μετάφραση: kitöltetlen, Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουγγρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
άγραφος, άγραφτος, λευκός, κενό, κενές, κενή, τυφλό, τυφλού
Μεταφράσεις
- kitérés στα ελληνικά - υπεκφυγή, περιστροφή, εκτροπή, εκτροπής, παραμόρφωση, παραμόρφωσης, απόκλιση
- kitétel στα ελληνικά - διατυπώνω, φράση, έκθεση, έκθεσης, την έκθεση, της έκθεσης, η έκθεση
- kitöltés στα ελληνικά - πλήρωση, πλήρωσης, πληρώσεως, γέμιση, γέμισμα
- kitömés στα ελληνικά - παραγέμισμα, βάτα, βάτες, βάτας, χαρτοβάμβακας
Τυχαίες λέξεις
Kitöltetlen στα ελληνικά - Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: άγραφος, άγραφτος, λευκός, κενό, κενές, κενή, τυφλό, τυφλού
Μεταφράσεις: άγραφος, άγραφτος, λευκός, κενό, κενές, κενή, τυφλό, τυφλού