Lenkóc στα ελληνικά

Μετάφραση: lenkóc, Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουγγρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ρυμουλκώ, στουπί, λινάρι, λίνου, λίνο, του λίνου, λιναριού
Lenkóc στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • lengéstágasság στα ελληνικά - κούνια, κουνώ
  • lenn στα ελληνικά - κάτω, προβλέπονται, προβλέπεται, καθορίζονται, καθορισμό
  • lent στα ελληνικά - παρακάτω, κάτω, κάτω από, κατωτέρω, πιο κάτω
Τυχαίες λέξεις
Lenkóc στα ελληνικά - Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ρυμουλκώ, στουπί, λινάρι, λίνου, λίνο, του λίνου, λιναριού