Λέξη: σκυθρωπιάζω
Μεταφράσεις: σκυθρωπιάζω
σκυθρωπιάζω στα αγγλικά
Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
frown, sulk, skythropiazo
σκυθρωπιάζω στα ισπανικά
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
enfurruñarse, skythropiazo
σκυθρωπιάζω στα γερμανικά
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
skythropiazo
σκυθρωπιάζω στα γαλλικά
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
soufre, rembrunir, boudent, boudons, bouder, boudez, froncer, skythropiazo
σκυθρωπιάζω στα ιταλικά
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
skythropiazo
σκυθρωπιάζω στα πορτογαλικά
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
skythropiazo
σκυθρωπιάζω στα ολλανδικά
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
skythropiazo
σκυθρωπιάζω στα ρωσικά
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
дуться, насупить, сердиться, сморщить, нахмуриться, нахмурить, хмурить, насупиться, бровь, хмуриться, skythropiazo
σκυθρωπιάζω στα νορβηγικά
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
rynke, skythropiazo
σκυθρωπιάζω στα σουηδικά
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
skythropiazo
σκυθρωπιάζω στα φινλανδικά
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
jurottaa, jöröttää, mököttää, paheksua, jurnuttaa, skythropiazo
σκυθρωπιάζω στα δανικά
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
skythropiazo
σκυθρωπιάζω στα τσεχικά
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
mračit, zamračit, trucovat, vzdorovat, skythropiazo
σκυθρωπιάζω στα πολωνικά
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
chmurzyć, dusić, boczyć, dąsać, marszczyć, zmarszczenie, skythropiazo
σκυθρωπιάζω στα ουγγρικά
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
szemöldökráncolás, skythropiazo
σκυθρωπιάζω στα τούρκικα
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
skythropiazo
σκυθρωπιάζω στα ουκρανικά
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
супити, нахмурити, нахмурювати, хмурити, насупити, skythropiazo
σκυθρωπιάζω στα αλβανικά
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
skythropiazo
σκυθρωπιάζω στα βουλγαρικά
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
skythropiazo
σκυθρωπιάζω στα λευκορωσικά
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
skythropiazo
σκυθρωπιάζω στα εσθονικά
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
tusatsema, tusatuju, mossitama, skythropiazo
σκυθρωπιάζω στα κροατικά
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
zlovolja, odbijati, skythropiazo
σκυθρωπιάζω στα ισλανδικά
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
skythropiazo
σκυθρωπιάζω στα λιθουανικά
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
skythropiazo
σκυθρωπιάζω στα λετονικά
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
skythropiazo
σκυθρωπιάζω στα σλαβομακεδονικά
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
skythropiazo
σκυθρωπιάζω στα ρουμανικά
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
skythropiazo
σκυθρωπιάζω στα σλοβενικά
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
zamračení, mračit, skythropiazo
σκυθρωπιάζω στα σλοβακικά
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
zamračení, zamračený, skythropiazo
Τυχαίες λέξεις