Λέξη: τυραννία

Σχετικές λέξεις: τυραννία

τυραννία ετυμολογία, τυραννία της οικειότητας, τυραννία στην αρχαία ελλάδα, τυραννία των τετρακοσίων, τυραννία πολίτευμα, τυραννία της πλειοψηφίας, τυραννία βικιπαιδεια, τυραννία λεξικό, τυραννία των τριάκοντα, τυραννία ορισμός

Συνώνυμα: τυραννία

δεσποτισμός, απολυταρχία

Μεταφράσεις: τυραννία

τυραννία στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
tyranny, despotism, tyranny of, the tyranny

τυραννία στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
tiranía, dictadura, la tiranía, tiranía de

τυραννία στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
gewaltherrschaft, zwangsherrschaft, diktatur, absolutismus, Tyrannei, Gewaltherrschaft, Tyrannis, die Tyrannei

τυραννία στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
monocratie, absolutisme, dictature, tyrannie, la tyrannie, de tyrannie

τυραννία στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
tirannia, tirannide, la tirannia, la tirannide

τυραννία στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
ditadura, absolutismo, tirania, a tirania, da tirania, tyranny

τυραννία στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
absolutisme, dictatuur, alleenheerschappij, tirannie, de tirannie, tyrannie, dwingelandij, tirannie van

τυραννία στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
произвол, тиранство, деспотизм, жестокость, тирания, диктатура, тирании, тиранию, тиранией

τυραννία στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
enevelde, tyranni, tyranniet, tyranniets

τυραννία στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
tyranni, tyranny, tyranniet, förtryck, tyranniets

τυραννία στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
sortovalta, diktatuuri, tyrannia, hirmuhallitus, hirmuvalta, absolutismi, yksinvalta, tyrannian, tyranniaa, tyranniasta, tyranniaan

τυραννία στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
tyranni, tyranniet, tyranniets

τυραννία στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
tyranie, tyranství, krutovláda, tyranii, tyranií

τυραννία στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
tyrania, despotyzm, tyranii, tyranią, tyranię

τυραννία στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
zsarnokság, zsarnoksága, a zsarnokság, zsarnokságot, önkény

τυραννία στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
zulüm, zorbalık, tiranlık, tyranny, zorbalığı

τυραννία στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
деспотизм, тиранство, тиранія, жорстокість, тиранення, тиранію

τυραννία στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
absolutizëm, tirani, tirania, tiranisë, tiraninë, tirania e

τυραννία στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
тирания, тиранията, деспотизъм, на тиранията

τυραννία στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
тыранія

τυραννία στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
türannia, türanniast, türanniat, türanniale

τυραννία στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
tiranije, tiranija, samovolja, nasilje, tiraniju, despotizam

τυραννία στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
harðstjórn, Ógnarstjórnum

τυραννία στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
tironija, tironiją, žiaurumas, tironijai

τυραννία στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
tirānija, tirānijas, tirāniju, tirānijai

τυραννία στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
тиранија, тиранијата, на тиранијата, тиранијата на

τυραννία στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
tiranie, tiraniei, tirania, tiranii, de tiranie

τυραννία στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
tiranija, tiranijo, tiranije, samovolja, tiranij

τυραννία στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
tyranie, tyrania, tyranii, tyraniou, tyraniu
Τυχαίες λέξεις