Maradó στα ελληνικά

Μετάφραση: maradó, Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουγγρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μόνιμος, υπόλοιπο, υπολειμματική, εναπομένουσα, υπολειμματικό, υπολειμματικής
Maradó στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • maradéktalan στα ελληνικά - γεμάτος, πλήρη, πλήρους, πλήρως, πλήρες
  • maradéktalanul στα ελληνικά - πλήρως, πλήρη, απόλυτα, απολύτως, την πλήρη
  • maratás στα ελληνικά - χαλκογραφία, χάραξη, χάραξης, χαρακτική, χαράξεως
  • marcona στα ελληνικά - ανελέητος, αυστηρός, σκληρός, βλοσυρός, ζοφερή, σκληρή, ζοφερό, ...
Τυχαίες λέξεις
Maradó στα ελληνικά - Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μόνιμος, υπόλοιπο, υπολειμματική, εναπομένουσα, υπολειμματικό, υπολειμματικής