Megcáfolás στα ελληνικά

Μετάφραση: megcáfolás, Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουγγρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
διάψευση, ανασκευή, αναίρεση, αντίκρουση, απόκρουση
Megcáfolás στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • megcsúszás στα ελληνικά - γλιστρώ, γλίστρημα, ολίσθημα, κουπόνι, ολίσθησης, ολίσθηση
  • megcáfolhatatlan στα ελληνικά - αδιάψευστος, αδιάσειστα, αδιάψευστη, αδιάσειστη, αδιάψευστα
  • megdobás στα ελληνικά - τομάρι, δέρμα, τη γούνα, τομαριού, δοράς
Τυχαίες λέξεις
Megcáfolás στα ελληνικά - Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: διάψευση, ανασκευή, αναίρεση, αντίκρουση, απόκρουση