Λέξη: σωστά

Σχετικές λέξεις: σωστά

σωστά συνώνυμο, σωστά ελληνικά, σωστά κιλά, σωστά πους απς, σωστά συνώνυμα, σωστά λόγια, σωστά push ups, σωστά αγγλικά, τρέφομαι σωστά, σωστά φρύδια

Συνώνυμα: σωστά

ορθώς

Μεταφράσεις: σωστά

σωστά στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
correctly, properly, right, correct, well

σωστά στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
propiamente, correctamente, plenitud, su plenitud, correcta, en su plenitud

σωστά στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
korrekt, genau, richtig, passend, vollständig, ordnungsgemäß, korrekte

σωστά στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
correctement, rudement, solidement, convenablement, proprement, bien, dûment, correcte, juste

σωστά στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
correttamente, corretto e completo, corretto, corretto e, corretta

σωστά στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
apropriado, corretamente, correctamente, correcta, correta, devidamente

σωστά στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
behoorlijk, netjes, juist, kunnen, correct, goed, juiste

σωστά στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
корректно, пристойно, грамотно, верно, хорошенько, по-настоящему, прилично, вежливо, правильно, истово, путем, неправильно, правильной

σωστά στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
riktig, korrekt, fullstendig, riktig måte, på riktig måte

σωστά στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
korrekt, fullständigt, rätt, rätt sätt, på rätt sätt

σωστά στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
puhtaasti, sopivasti, oikein, kunnolla, kunnollisesti, asianmukaisesti, perustellusti

σωστά στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
egentlig, korrekt, rigtigt, rette, med rette

σωστά στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
pořádně, vhodně, správně, náležitě, správné, řádně, správnou

σωστά στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
przyzwoicie, właściwie, prawidłowo, ortograficznie, odpowiednio, poprawnie, należycie, mocno, dobrze, w pełnym zakresie, pełnym zakresie

σωστά στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
helyesen, megfelelően, megfelelő, helyes, pontosan

σωστά στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
doğru, düzgün, doğru şekilde, doğru olarak, doğru bir şekilde

σωστά στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
відповідний, властиве, вірно, ввічливо, щирий, коректно, підхожий, правильно, правильний, чемно, чи правильно

σωστά στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
përshtatshmëri, korrekt, saktë, të saktë, korrekte, si duhet

σωστά στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
правилно, коректно, правилното, точно

σωστά στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
добра, правільна, ці правільна

σωστά στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
korralikult, õigesti, korrektselt, nõuetekohaselt, õige

σωστά στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
ispravno, pravilno, korektno, točno, dobro

σωστά στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
rétt, réttan hátt, á réttan hátt, réttan, á réttan

σωστά στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
teisingai, tinkamai, neteisingai, tiksliai, netinkamai

σωστά στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
pareizi, pamatoti, kas pareizi, pareizu

σωστά στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
правилно, коректно, точно, исправно, правилно да

σωστά στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
corect, mod corect, în mod corect, corectă, corectă a

σωστά στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
pravilno, pravilen, ustrezno, pravilne

σωστά στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
správne, Pre správne, riadne

Στατιστικά δημοτικότητας: σωστά

Τυχαίες λέξεις