Noha στα ελληνικά

Μετάφραση: noha, Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουγγρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ενώ, αν και, παρόλο, μολονότι, αν, παρόλο που
Noha στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • nini στα ελληνικά - γιατί, Nin, Νιν, Νίη
  • nirvána στα ελληνικά - νιρβάνα, τη νιρβάνα, οι Nirvana, nirvana, της νιρβάνα
  • nominatívusz στα ελληνικά - ονομαστικός
  • nominális στα ελληνικά - ονομαστικός, ονομαστικής, ονομαστική, ονομαστικό, ονομαστικές
Τυχαίες λέξεις
Noha στα ελληνικά - Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ενώ, αν και, παρόλο, μολονότι, αν, παρόλο που