Nyél στα ελληνικά
Μετάφραση: nyél, Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουγγρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πάσσαλος, παλούκι, λαβή, χειριστεί, χειρίζονται, χειρισμό, χειρίζεται
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- nyárs στα ελληνικά - σπρώχνω, σούβλα, σούβλας, φτύνουν, φτύσιμο, οβελός
- nyárspolgári στα ελληνικά - άνθρωπος με κοινά γούστα, μικρής μορφώσεως, lowbrow
- nyíl στα ελληνικά - βέλος, arrow, βέλος Η, βέλους, το βέλος
Τυχαίες λέξεις
Nyél στα ελληνικά - Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πάσσαλος, παλούκι, λαβή, χειριστεί, χειρίζονται, χειρισμό, χειρίζεται
Μεταφράσεις: πάσσαλος, παλούκι, λαβή, χειριστεί, χειρίζονται, χειρισμό, χειρίζεται