Prés στα ελληνικά
Μετάφραση: prés, Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουγγρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πρεσάρω, πιέζω, πρέσα, τύπος, πιεστήριο, πατήστε, πιέστε
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- diploma στα ελληνικά - κατακυρώνω, βραβείο, απονέμω, δίπλωμα, διπλώματος, πτυχίο, πτυχίου, ...
- finomított στα ελληνικά - καλλιεργημένος, ραφινάτος, εκλεπτυσμένος, εξευγενισμένα, εκλεπτυσμένη, εκλεπτυσμένο, εξευγενισμένο, ...
- indítókészülék στα ελληνικά - αφέτης, ορεκτικό, μίζα, Starter, μίζας, εκκινητή, της μίζας
- lapály στα ελληνικά - επίπεδος, διαμέρισμα, Landrace, ντόπια αβελτίωτη φυλή, συγκεκριμένη ντόπια αβελτίωτη φυλή, μη βελτιωμένο είδος, ντόπιας αβελτίωτης φυλής
Τυχαίες λέξεις
Prés στα ελληνικά - Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πρεσάρω, πιέζω, πρέσα, τύπος, πιεστήριο, πατήστε, πιέστε
Μεταφράσεις: πρεσάρω, πιέζω, πρέσα, τύπος, πιεστήριο, πατήστε, πιέστε