Rücskös στα ελληνικά
Μετάφραση: rücskös, Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ουγγρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αγροίκος, χονδροειδής, τραχύς, ακατέργαστων, τραχύ, τραχιά, ακατέργαστα
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- borjúhús στα ελληνικά - μοσχαρίσιο κρέας, μοσχαρίσιο, κρέατος, κρέας, κρέατος που
- gyakori στα ελληνικά - μπόλικος, συχνός, συχνές, συχνή, συχνά, συχνών
- költemények στα ελληνικά - ποίηση, Ρίμες, Rhymes, έμμετρων λόγων, έμμετρους λόγους βρεφικών, οι Rhymes
- nagyobbodás στα ελληνικά - αύξηση, αύξησης, επαύξηση, επαυξήσεως, αυξήσεως
Τυχαίες λέξεις
Rücskös στα ελληνικά - Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αγροίκος, χονδροειδής, τραχύς, ακατέργαστων, τραχύ, τραχιά, ακατέργαστα
Μεταφράσεις: αγροίκος, χονδροειδής, τραχύς, ακατέργαστων, τραχύ, τραχιά, ακατέργαστα