Μετριότητα στα αγγλικά
Μετάφραση: μετριότητα, Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
mediocrity, moderation, mediocre, mediocrity of, averageness
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Συνώνυμα & Μεταφράσεις: μετριότητα
mediocrity
- μετριότητα
- μετριότης
- μετριοπάθεια
- μετριασμός
- μετριότης
- μετριότητα
- ρέγουλα
- μετρίαση
Σχετικές λέξεις: μετριότητα
μετριότητα λεξικό, χρυσή μετριότητα, η μετριότητα, μετριότητα συνώνυμα, μετριότητα αποφθεγματα, μετριότητα λεξικό γλώσσας αγγλικά, μετριότητα στα αγγλικά
Μεταφράσεις
- μετριοπαθής στα αγγλικά - moderate, temperate, modest, a moderate, moderation
- μετριοφροσύνη στα αγγλικά - modesty, humility, modestly, of modesty
- μετριόφρονας στα αγγλικά - unassuming
- μετριόφρων στα αγγλικά - modest, unassuming
Τυχαίες λέξεις
Μετριότητα στα αγγλικά - Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Μεταφράσεις: mediocrity, moderation, mediocre, mediocrity of, averageness
Μεταφράσεις: mediocrity, moderation, mediocre, mediocrity of, averageness