Rendellenes στα ελληνικά

Μετάφραση: rendellenes, Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουγγρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ανώμαλος, ασυνήθης, ανώμαλη, μη φυσιολογική, μη φυσιολογικές
Rendellenes στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • aukció στα ελληνικά - πλειστηριασμός, δημοπρασία, δημοπρασίας, πλειστηριασμού, πλειστηριασμό, δημοπρασιών
  • egyéb στα ελληνικά - αλλιώς, άλλος, άλλα, άλλες, άλλων, άλλους
  • hegyvidék στα ελληνικά - Χάιλαντς, Highlands, Υψίπεδα, τα υψίπεδα, ορεινών περιοχών
Τυχαίες λέξεις
Rendellenes στα ελληνικά - Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ανώμαλος, ασυνήθης, ανώμαλη, μη φυσιολογική, μη φυσιολογικές