Δέσιμο στα αγγλικά

Μετάφραση: δέσιμο, Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
dressing, binding, tying, lacing, fastening, binder
Δέσιμο στα αγγλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Συνώνυμα & Μεταφράσεις: δέσιμο

bend
  • στροφή
  • κάμπη
  • κλίση
  • κύρτωση
  • δέσιμο
  • κόμπος
tying
  • δέσιμο
lacing
  • δέσιμο
binding
  • βιβλιοδεσία
  • δέσιμο
fastening
  • στερέωση
  • πρόσδεση
  • δέσιμο
  • στερέωμα
  • πιάσιμο

Σχετικές λέξεις: δέσιμο

δέσιμο γραβάτας διπλός κόμπος, δέσιμο γραβάτας, δέσιμο ντομάτας, δέσιμο γραβάτα, δέσιμο σαλπιγγών, δέσιμο λεξικό γλώσσας αγγλικά, δέσιμο στα αγγλικά

Μεταφράσεις

  • δέρμα στα αγγλικά - skin, leather, the skin
  • δέρνω στα αγγλικά - beat, flog, spank, trounce, lambaste
  • δέσμευση στα αγγλικά - commitment, binding, undertaking, freezing, engagement
  • δέσμη στα αγγλικά - packet, bunch, beam, bundle, package, set
Τυχαίες λέξεις
Δέσιμο στα αγγλικά - Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Μεταφράσεις: dressing, binding, tying, lacing, fastening, binder