Sandítás στα ελληνικά

Μετάφραση: sandítás, Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ουγγρικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
λοξοκοιτάζω
Sandítás στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • beakasztás στα ελληνικά - μπλέξιμο, περιπλοκή, εμπλοκή, εμπλοκής, διεμπλοκή
  • folyadéksugár στα ελληνικά - αεριωθούμενο, πετώ, πίδακας, jet, τζετ, πίδακα
  • meggazdagodás στα ελληνικά - Getting Rich, πάρει πλούσια, Πλουτίσει, να πάρει πλούσια, να γίνεις πλούσιος
  • onnét στα ελληνικά - εκείθεν, κατόπιν, εκεί, από εκεί, εκεί προς
Τυχαίες λέξεις
Sandítás στα ελληνικά - Λεξικό: ουγγρικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: λοξοκοιτάζω