Νόμισμα στα αγγλικά
Μετάφραση: νόμισμα, Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
currency, coin, currency of, the currency, currencies
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Συνώνυμα & Μεταφράσεις: νόμισμα
coin
- κέρμα
- νόμισμα
- κόπτω νομίσματα
- κομμάτι
- τεμάχιο
- νόμισμα
- όπλο
- νόμισμα
- νομίσματα
- χρήματα
- νόμισμα χώρας
- συνάλλαγμα
- χαρτονομίσματα
Σχετικές λέξεις: νόμισμα
νόμισμα ρουμανίας, νόμισμα ουκρανίας, νόμισμα τσεχίας, νόμισμα σερβίας, νόμισμα ισραήλ, νόμισμα λεξικό γλώσσας αγγλικά, νόμισμα στα αγγλικά
Μεταφράσεις
- νόμιμα στα αγγλικά - legally, legitimate, lawfully, legal, legitimately
- νόμιμος στα αγγλικά - aboveboard, legal, licit, legitimate, lawful, rightful, statutory
- νόμος στα αγγλικά - law, statute, Act, laws
- νόρμα στα αγγλικά - norm, a norm, norm of, the norm
Τυχαίες λέξεις
Νόμισμα στα αγγλικά - Λεξικό: ελληνικά » αγγλικά
Μεταφράσεις: currency, coin, currency of, the currency, currencies
Μεταφράσεις: currency, coin, currency of, the currency, currencies